- ανθρωποσφαγή
- η (κ. ανθρωποσφαγία)σφαγή ανθρώπων.[ΕΤΥΜΟΛ. < άνθρωπος + σφαγή < σφάζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… … Dictionary of Greek
ανθρωποθυσία — Πανάρχαιο έθιμο προσφοράς ανθρώπων στους θεούς. Συνηθιζόταν από τους περισσότερους λαούς και βασιζόταν στις διάφορες δοξασίες και δεισιδαιμονίες τους, και κυρίως στην πίστη τους ότι ο άνθρωπος εξαρτάται από κάποια ανώτερη δύναμη. Οι α. γίνονταν… … Dictionary of Greek
Χάρντεν, Μαξ — (Harden, 1861 – 1927). Ψευδώνυμο του Γερμανοεβραίου δημοσιογράφου Ισίδωρου Βιτκόβσκι. Σε ηλικία 27 ετών έγινε γνωστός ως φιλολογικός κριτικός στην Εφημερίδα της Φρανκφούρτης. Αργότερα συνεργάστηκε στην Εφημερίδα του λαού του Βερολίνου, έκδοση… … Dictionary of Greek